πεύσει

πεύσει
πεῦσις
inquiry
fem nom/voc/acc dual (attic epic)
πεύσεϊ , πεῦσις
inquiry
fem dat sg (epic)
πεῦσις
inquiry
fem dat sg (attic ionic)
πυνθάνομαι
learn
fut ind mid 2nd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • όδε, ήδε, τόδε — (Α ὅδε, ἥδε, τόδε) (δεικτική αντωνυμία τής αρχαίας ελληνικής η οποία σχηματίστηκε με την προσθήκη τού εγκλιτικού δε στην παλαιά δεικτική αντωνυμία ὅ, ἥ, τό και κλίνεται σε όλες τις πτώσεις όπως αυτή) 1. (χρησιμοποιείται, σε αντίθεση με τις… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”